Οι Αποφάσεις Ολ. ΣτΕ (799-803/21) και (1360-1361/2021) επέφεραν μεταβολή της νομολογίας της 1501/2014 ιστορικής αποφάσεως του ΣτΕ .
Αντώνη Π. Αργυρού*
Ι. Εισαγωγικά
1) Θεμελιώδες στοιχείο της αρχής της νομιμότητας στη χώρα μας είναι η καθιέρωση της ευθύνης του κράτους προς αποζημίωση για ζημίες που προκαλούν οι δημόσιες αρχές σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα (άρθρο 105 ΕισΝΑΚ). Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η δράση της διέπεται και εκείνη από την αρχή της νομιμότητας, όπου στο άρθρο 288 της Συνθήκης Ε.Κ. (ΣΕΚ) καθιερώνεται ρητά η υποχρέωση της Κοινότητας για αποκατάσταση των ζημιών που προξενούν τα όργανα ή οι υπάλληλοί της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η διαπίστωση του παράνομου της ζημιογόνου πράξης, παράλειψης αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του (ΣτΕ 4410/2015, 877/2013 7μ., 1413/2006 7μ., 2727/2003) ή του κατάφωρου ή πρόδηλου χαρακτήρα της παρανομίας (πρβλ ΣτΕ 1501/2014 Ολομ.). Η διάταξη του 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα δεν αναφέρεται ευθέως σε ζημιογόνες πράξεις οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, διότι ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση λόγω απλώς εσφαλμένης ερμηνείας του νόμου ή απλώς εσφαλμένης εκτίμησης των πραγμάτων από δικαστικό λειτουργό δεν είναι συμβατή με την φύση του δικαστικού έργου, ως εκ της οποίας το Σύνταγμα εγγυάται στον δικαστικό λειτουργό την λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία του. Ενόψει όμως της φύσης του δικαστικού έργου, μόνο πρόδηλο σφάλμα του δικαστικού λειτουργού επέσυρε ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση με την μέχρι τώρα νομολογία(βλ. ΣτΕ 2168/2016 επταμ., 48/2016 επταμ., 1330/2016).
Η νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) έχει πλέον θεμελιώσει την εξωσυμβατική ευθύνη των κρατών μελών προς αποζημίωση όταν τα εθνικά όργανα προκαλούν ζημιά στους ιδιώτες από τη μη εφαρμογή ευρωπαϊκού δικαίου (βλ. Υποθέσεις Francovich and Bonifaci (C-6,9/90), απόφαση Brasserie du pecheur (C-46/93)).
2) Η ιστορική απόφασης ΣτΕ Ολ 1501/2014 ,αποτελεί την ρητή αναγνώριση της ευθύνης του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις των οργάνων του και των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, όχι μόνο παράνομες, όπως ρητώς προβλέπει η διάταξη του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, αλλά και νόμιμες. Εμπνεόμενο από τη νομολογία Köbler και Traghetti , τα Συμβούλιο της Επικρατείας αναγνώρισε την αρχή της αποζημιωτικής ευθύνης του Δημοσίου από ζημιογόνες αποφάσεις των δικαστικών οργάνων και έθεσε τις προϋποθέσεις θεμελίωσής της . Έκτοτε με δειλά βήματα όλο και περισσότερο η νομολογία προχώρησε στην κατεύθυνση αυτή και η απόφαση αυτή είναι λαμπρό δείγμα
ΙΙ. Η μεταβολή της νομολογίας με τις 799-803/2021 αποφάσεις Ολομ. ΣτΕ.
- ΣτΕ Ολ. 799/2021 περί ζημιογόνων πράξεων δικαστικών οργάνων αναφορικά με την εφαρμογή του Ενωσιακού Δικαίου:
Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι προϋποθέσεις αποκαταστάσεως της ζημίας που προκλήθηκε από απόφαση εθνικού δικαστηρίου, αποφαινομένου σε τελευταίο βαθμό, εξαιτίας παραβίασης κανόνα του ενωσιακού δικαίου, είναι οι εξής:
α) Ο παραβιαζόμενος κανόνας δικαίου της Ένωσης να αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες,
β) Η παράβαση του κανόνα αυτού να είναι κατάφωρη και
γ) να υφίσταται άμεσος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως αυτής και της ζημίας των ιδιωτών.
Η δε εφαρμογή της αρχής της ευθύνης του κράτους μέλους για αποφάσεις εθνικού δικαστηρίου κρίνοντος σε τελευταίο βαθμό δεν επιτρέπεται να τεθεί σε κίνδυνο από την έλλειψη αρμοδίου δικαστηρίου. Η έννομη προστασία νομίμως παρέχεται με την άσκηση αγωγής αποζημίωσης κατά το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ
2.- Μέχρι να θεσπισθεί τυχόν ειδική διαδικασία, η σχετική έννομη προστασία νομίμως παρέχεται με την άσκηση αγωγής αποζημίωσης κατά το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ, το οποίο εφαρμόζεται κατ’ αρχήν αναλόγως, η δε θεμελίωση της αποζημιωτικής ευθύνης του Δημοσίου λόγω παραβιάσεως του δικαίου της Ένωσης οφειλόμενης σε απόφαση εθνικού δικαστηρίου αποφαινόμενου σε τελευταίο βαθμό διέπεται από τις προϋποθέσεις που όρισε το ΔΕΕ με την προαναφερόμενη νομολογία.
- Δικαιοδοσία: Η κατοχυρωμένη στο άρθρο 1 παρ. 1 περ. η΄ του ν. 1406/1983 δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων επί των σχετικών διαφορών κάμπτεται, όταν η παραβίαση του ενωσιακού δικαίου αποδίδεται στα πολιτικά δικαστήρια, τα οποία και καθίστανται αρμόδια για την εκδίκαση των οικείων αγωγών αποζημίωσης.
ΙΙ. Αποφάσεις ΣτΕ Ολ 801-803/2021 περί ζημιογόνων πράξεων δικαστικών οργάνων αναφορικά με την εφαρμογή του Εθνικού Δικαίου:
1.-Οι διατάξεις του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ αναφερόμενες σε όργανα του Δημοσίου, δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις υλικής ζημίας ή ηθικής βλάβης από παράνομες πράξεις των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
2.Με τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 801-803/2021:
Α.-Κατά το Σύνταγμα, επιβάλλεται στον νομοθέτη να ορίζει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες αποκαθίσταται η ζημία που προκαλείται από την δράση οποιουδήποτε κρατικού οργάνου, λαμβάνοντας υπ’ όψη την φύση και την αποστολή του έργου που το Σύνταγμα αναγνωρίζει, αναθέτει και εγγυάται στα όργανα των τριών λειτουργιών του Κράτους.
Β.-Οι διατάξεις του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, αναφερόμενες σε όργανα του Δημοσίου, δεν έχουν, εφαρμογή στις περιπτώσεις υλικής ζημίας ή ηθικής βλάβης από παράνομες πράξεις των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Γ.-Ενόσω δεν υφίσταται, σε εκτέλεση της προεκτεθείσας επιταγής του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα της δικαστικής λειτουργίας, καθώς και της αρμόδιας δικαιοδοσίας για την επίλυση των σχετικών διαφορών, η εν λόγω ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί ούτε κατ’ ευθεία επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, σχετικές αξιώσεις δεν είναι δικαστικώς επιδιώξιμες.
Δ.- Όπως περαιτέρω κρίθηκε ενόψει του προβλεπόμενου από το Σύνταγμα οργανωτικού σχήματος των χωριστών δικαιοδοσιών, ο έλεγχος των αποφάσεων και λοιπών διαδικαστικών πράξεων ενεργείται υποχρεωτικά από όργανα που ανήκουν στον ίδιο δικαιοδοτικό κλάδο, ώστε ο νομοθέτης οφείλει να ρυθμίσει τα σχετικά ζητήματα χωριστά ανά δικαιοδοτικό κλάδο.
Ε.-Εξάλλου, την ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ δεν δύναται να δικαιολογήσει το γεγονός ότι με τις προκείμενες αποφάσεις επέρχεται μεταστροφή της πρόσφατης νομολογίας του Δικαστηρίου (ΣτΕ Ολ 1501/2014), καθώς μόνον υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις κωλύεται η άμεση εφαρμογή των κανόνων που προκύπτουν από τη νομολογιακή μεταστροφή.
- ΣτΕ Ολ 800/2021
Όμοια είναι η κρίση του Δικαστηρίου και στην απόφαση ΣτΕ Ολ 800/2021 επί αιτήσεως αναιρέσεως που εισήχθη στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου λόγω της εξαιρετικής σπουδαιότητάς της.
Στην προκείμενη περίπτωση, δεν υφίσταται νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία, καθώς και των αρμοδίων δικαστηρίων, υπερέβη τη δικαιοδοσία του, για τον λόγο δε αυτό, τον οποίο εξέτασε αυτεπαγγέλτως, αναίρεσε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και, ακολούθως, απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη.
4.-Οι αποφάσεις Ολ ΣτΕ 1360-1361/2021
ΣτΕ Ολ 1360-1/2021. Αποζημιωτική ευθύνη του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις ή παραλείψεις οργάνων ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία. Οι αποφάσεις αυτές επαναλαμβάνουν τα κριθέντα από τις ανωτέρω Αποφάσεις(σΤε799-803 Ολ)
20/09/2021
4.1.-ΣτΕ Ολ 1360-1/2021
Αποζημιωτική ευθύνη του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις ή παραλείψεις οργάνων ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία κατά το Εθνικό Δίκαιο.
Με τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 1360 και 1361/2021 κρίθηκε ότι:
Α.-Πραγματώνεται ο σκοπός της διατάξεως του άρθρου 4 παρ. 5 Σ όταν αποκατάσταση τέτοιας ζημίας καθίσταται δυνατή σε περίπτωση ζημιογόνου δράσεως οιουδήποτε οργάνου του Κράτους, άρα και εκείνης των οργάνων τα οποία είναι ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία. Επομένως, κατά το Σύνταγμα, επιβάλλεται στον νομοθέτη να ορίζει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες αποκαθίσταται η ζημία που προκαλείται από τη δράση οιουδήποτε κρατικού οργάνου, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και την αποστολή του έργου που το Σύνταγμα αναγνωρίζει, αναθέτει και εγγυάται στα όργανα των τριών λειτουργιών του Κράτους.
Β.- Η αναγνώριση της ευχέρειας, πολλώ δε μάλλον της υποχρέωσης του κοινού νομοθέτη, να ρυθμίσει, χωρίς μάλιστα ειδική διασφαλιστική της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης συνταγματική πρόβλεψη, τον παρεμπίπτοντα έλεγχο της «ορθότητας» των δικαστικών αποφάσεων και πράξεων από άλλο δικαστή, διαφορετικό από τον φυσικό, δεν συνάδει προς τη συνταγματικώς κατοχυρούμενη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών, πλήττοντας την αποτελεσματικότητα της δικαστικής προστασίας και την ασφάλεια του δικαίου (άρθρα 8, 20 παρ. 1 και 87 παρ. 1 Συντάγματος).
Γ) Εξάλλου, όπως περαιτέρω κρίθηκε κατά πλειοψηφία, οι διατάξεις του άρθρου 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, αναφερόμενες σε όργανα του Δημοσίου, δεν έχουν, παρά την ευρεία διατύπωσή τους, εφαρμογή στις περιπτώσεις υλικής ζημίας ή ηθικής βλάβης από παράνομες πράξεις των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Επιπλέον, ενόσω δεν υφίσταται, σε εκτέλεση της προεκτεθείσας επιταγής του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκαταστάσεως της ζημίας που προκαλείται από όργανα της δικαστικής λειτουργίας, καθώς και της αρμόδιας δικαιοδοσίας για την επίλυση των σχετικών διαφορών, η εν λόγω ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί ούτε κατ’ ευθεία επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, οι σχετικές αξιώσεις δεν είναι δικαστικώς επιδιώξιμες.
Κατά τη συγκλίνουσα γνώμη, ελλείψει νομοθετικής ρυθμίσεως που να θεσπίζει ειδικώς αποζημιωτική ευθύνη του Δημοσίου για δικαιοδοτικές πράξεις οργάνων της δικαστικής εξουσίας, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., η οποία ούτε λαμβάνει σχετική μέριμνα ούτε παρίσταται πρόσφορη για τη διασφάλιση των συνταγματικών αρχών της ανεξαρτησίας, του κύρους και της ευρυθμίας της Δικαιοσύνης. Κατά άλλη ειδικότερη γνώμη, δεν είναι δυνατή ούτε η ευθεία ή η ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. ούτε η ευθεία εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος στις περιπτώσεις αποφάσεων ή πράξεων των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των δικαστικών καθηκόντων τους , οι οποίες, κατά τον ενάγοντα, είναι μη ορθές και ζημιογόνες, αφού ο κοινός νομοθέτης δεν έχει την υποχρέωση ούτε την ευχέρεια να καθορίσει τη διαδικασία και τους όρους αποκατάστασης της σχετικής ζημίας.
Δ) Όπως περαιτέρω κρίθηκε, ενόψει του προβλεπόμενου από το Σύνταγμα οργανωτικού σχήματος των χωριστών δικαιοδοσιών, ο έλεγχος των αποφάσεων και λοιπών διαδικαστικών πράξεων ενεργείται υποχρεωτικά από όργανα που ανήκουν στον ίδιο δικαιοδοτικό κλάδο και, ως εκ τούτου, ο νομοθέτης οφείλει να ρυθμίσει τα σχετικά ζητήματα χωριστά ανά δικαιοδοτικό κλάδο.
Κατά τη συγκλίνουσα γνώμη, είναι δυνατόν όχι όμως αναγκαίο να ρυθμίζει τα σχετικά ζητήματα ανά δικαιοδοτικό κλάδο.
Κατά τη μία μειοψηφούσα γνώμη, η δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων (άρθρο 1 παρ. 1 περ. η΄ του ν. 1406/1983) περιλαμβάνει και την εκδίκαση διαφορών αποζημιωτικής ευθύνης του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, ανεξαρτήτως της δικαιοδοσίας στην οποία ανήκουν τα όργανα αυτά.
Κατά την άλλη μειοψηφούσα γνώμη, λόγω της ιδιότητας του προσώπου που εξέδωσε τη φερόμενη ως μη ορθή και ζημιογόνο απόφαση ή τέλεσε τη φερόμενη ως μη ορθή πράξη ή παράλειψη, ο δικαστής της αγωγής αποζημίωσης δεν θα πρέπει να ανήκει στο ίδιο Σώμα ή στον ίδιο Κλάδο της Δικαιοσύνης.
Δ)Στην προκειμένη περίπτωση: Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Διοικητικό Εφετείο, το οποίο (μετά την αποδοχή των εφέσεων των αρχικώς εναγουσών και την εξαφάνιση των πρωτόδικων αποφάσεων) δίκασε κατ’ ουσίαν τις αγωγές και τις απέρριψε ως ουσία αβάσιμες (μη δεχθέν πρόδηλο σφάλμα των οργάνων της δικαστικής εξουσίας), ενόσω δεν υφίσταται νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκαταστάσεως της ζημίας που προκαλείται από όργανα ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία, καθώς και των αρμοδίων δικαστηρίων, έσφαλε, αχθέν σε κατ’ ουσίαν εκδίκαση αγωγών επί των οποίων δεν είχε δικαιοδοσία. Το Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα αυτό αυτεπαγγέλτως και ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων παραδεκτού του άρθρου 53 παρ. 3 και 4 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει, αναίρεσε δε κατόπιν τούτου τις αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου και, ακολούθως, απέρριψε τις εφέσεις.
ΠΡΟΣΟΧΗ:ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ:
Οι ανωτέρω περιλήψεις των δικαστικών αποφάσεων έχουν ληφθεί από την ιστοσελίδα του ΣτΕ .
Συμπεράσματα:
1) Κατά την άποψη μας η νομολογιακή αυτή μεταστροφή και η πλήρης ανατροπή της ιστορικής αποφάσεως της 1501/2014 αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα. Έτσι και σύμφωνα με τις σκέψεις των 800-803/2021,1360-61/2021 αποφάσεων της Ολομελείας του ΣτΕ, επειδή ο κοινός νομοθέτης δεν έχει φροντίσει να προβλέψει τους όρους αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία, καθώς και τα αρμόδια δικαστήρια, ο πολίτης δεν δικαιούται να αποζημιωθεί για τα σφάλματα αυτά ,πράγμα που δεν συμβαίνει όταν παραβιάζεται το Ενωσιακό Δίκαιο. Έτσι όμως καθίσταται γράμμα κενό το άρθρο 20 Σ, όπως και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. «Το Σύνταγμα, δεν ανέχεται να παραμένουν αναποζημίωτες ζημίες που κάποιος υφίσταται από ενέργειες οποιουδήποτε κρατικού οργάνου, μέχρις ότου ο νομοθέτης ρυθμίσει ειδικώς την ευθύνη του Δημοσίου από πράξεις οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, το άρθρο 105 ΕισΝΑΚ έχει ανάλογη εφαρμογή σε περίπτωση προκλήσεως ζημίας από πράξεις των οργάνων αυτών, η οποία μπορεί να αποδοθεί σε πρόδηλο σφάλμα τους» (βλ. σκέψεις των 1501/2014 Ολ.ΣτΕ και 2527/2019 αποφάσεως του ΣτΕ).
2) Η απόφαση του ΔΕΚ «GerhardKöbler κατά Republik Österreich» που καθιερώνει έλεγχο και στις δικαστικές αποφάσεις, τις θέτει δηλαδή στο μικροσκόπιο του δικαστικού ελέγχου, φέρει τον αριθμό C-224/01 και ξεκίνησε από μια διεκδίκηση οικονομικών αιτημάτων από τους πανεπιστημιακούς της Αυστρίας και είχε δικαστική συνέχεια που έφθασε ως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Εκείνο με τη σειρά του εξέδωσε την απόφασή του, της οποίας το ουσιαστικό θεμέλιο είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εκτός των άλλων και μια κοινότητα δικαίου όπου κάθε δημόσια εξουσία υπόκειται σε έλεγχο και όχι μόνο η νομοθετική ή η εκτελεστική αλλά και η Δικαιοσύνη.
- Δικηγόρος ΑΠ